Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΟΤΑΝ Ο ΠΑΝΤΑ ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΟΣ "ΙΟΣ" ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΤΡΑΤΕΥΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ!

Το καψόνι της απελευθέρωσης
1.   2

Πώς και πώς περιμένουν τη στράτευση των γυναικών μέσα στους στρατώνες. Τέρμα, λένε, η αγγαρεία των μαγειρείων και το πρωινό καθάρισμα της τουαλέτας. Επιτέλους θα αποκατασταθεί ο φυσικός καταμερισμός εργασίας στις ένοπλες δυνάμεις.

Κορίτσια ο στόλος, ο στρατός και η αεροπορία!

Αυτή τη φορά, επιμένουν οι πληροφορίες που διοχετεύονται αρμοδίως, η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει: η στράτευση των γυναικών, μια υπόθεση που "εκκρεμεί" από το 1977, εμφανίζεται να μπαίνει στην τελική ευθεία προς τη θεσμοθέτησή της. Ως απρόσμενος μάλιστα προπομπός της θρυλούμενης ανακίνησης του ζητήματος εμφανίζεται ο επίτιμος της ΝΔ, ο οποίος κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την παιδεία είχε την έμπνευση να προτείνει την υποχρεωτική στράτευση των νέων ανεξαρτήτως φύλου στα 18, προκειμένου να ελαττωθεί αυτομάτως ο μαθητικός πληθυσμός που συνωστίζεται αυτή τη στιγμή έξω από τις πανεπιστημιακές πύλες. Το κλίμα έρχεται να επικυρώσει και το περιβόητο νομοσχέδιο για την Παλλαϊκή Αμυνα, από όσα τουλάχιστον διαρρέουν κατά δόσεις στον τύπο: η συμμετοχή των γυναικών από τις ακριτικές περιοχές συνιστά, μαθαίνουμε, βασικό στοιχείο της φιλοσοφίας τού υπό μελέτη προσχεδίου.

Παρά το γεγονός ότι πέρασαν είκοσι ακριβώς χρόνια από την πρώτη μεταπολιτευτική εμφάνιση του θέματος, οι αρμόδιοι παραμένουν πιστοί στην επιχειρηματολογία που είχε επιστρατεύσει ο τότε υπουργός Εθνικής Αμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ για να υποστηρίξει το άτυχο νομοσχέδιό του, το οποίο προέβλεπε την εθελοντική κατάταξη των γυναικών στις Ενοπλες Δυνάμεις. "Η οξύτης του προβλήματος (εν. της υπογεννητικότητος)", υπογράμμιζε το 1977 ο υπουργός, "δύναται να περιορισθή εις βαθμόν ικανοποιητικόν διά της στρατεύσεως των γυναικών και της χρησιμοποιήσεώς των εις υπηρεσίας προσιδιαζούσας εις την φύσιν των". Από τότε έως σήμερα πολλοί υπήρξαν οι υπουργοί Αμυνας που ανησύχησαν με τους δημογραφικούς δείκτες της χώρας και σκέφτηκαν να τους μπαλώσουν στρατεύοντας τις πρωταίτιες του κακού. Ανάμεσά τους και ο Γεράσιμος Αρσένης που επανέφερε τις θέσεις Αβέρωφ στα τέλη του 1994, προαναγγέλλοντας την εθελοντική στράτευση των γυναικών σε θέσεις διοικητικές που αδίκως απασχολούν αξιόμαχους φαντάρους. Οι υπεύθυνοι προσπαθούν επομένως να επιβάλουν τη (σταδιακή) στράτευση των γυναικών επί δύο συναπτές δεκαετίες. Και την εμφανίζουν αφενός ως εύλογη απάντηση του κράτους στην αριθμητική συρρίκνωση του στρατεύσιμου ανδρικού αποθέματος και αφετέρου ως απολύτως ακίνδυνη για τους ιδιαίτερους ρόλους που επιφυλάσσονται κοινωνικά στις γυναίκες και δικαιολογούν ιστορικά την απουσία τους από το στρατό.
Οι αντιδράσεις στη σχεδιαζόμενη ρύθμιση, οξύτατες κατά τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, μοιάζουν σήμερα κάπως ηπιότερες. Στην εκτίμηση ότι η κατακραυγή θα είναι μικρότερη από εκείνη του '77 βασίζεται κατά πάσαν πιθανότητα και η πεποίθηση ορισμένων ότι ήρθε η ώρα να αποτολμηθεί και αυτή η "μεταρρύθμιση" από μια κυβέρνηση που θέλει να εμφανίζεται υπεράνω του πολιτικού κόστους που συνεπάγονται οι κινήσεις της. Η υποδοχή εξάλλου που θα επιφυλάξουν εφημερίδες και τηλεόραση στο νέο μέτρο αναμένεται ιδιαίτερα φιλική. Οπως φάνηκε από την πρόσφατη βόμβα Μητσοτάκη, τα μέσα ενημέρωσης είναι πάντοτε πρόθυμα να εμφανίσουν τη στράτευση των γυναικών από την ...πικάντικη πλευρά της, αναμειγνύοντας ισονομιστικά επιχειρήματα με ημίγυμνες φωτογραφίες και καθιστώντας περίπου αδύνατη μια σοβαρή αντιμετώπιση του ζητήματος. Στο κλίμα αυτό, είναι ευνόητο ότι οι απόψεις ενός ενθουσιώδους σχεδιαστή μόδας για τις γαργαλιστικές λεπτομέρειες της γυναικείας στολής αξιολογούνται ως πιο ενδιαφέρουσα "είδηση" από τις θέσεις εκείνων που συνεχίζουν να επιμένουν ότι η ισότητα των φύλων δεν πρόκειται να περάσει μέσα από το στρατώνα.
Τα μηνύματα που δέχονται οι Ελληνίδες για την ενδεχόμενη στράτευσή τους είναι επομένως δυσανάγνωστα και αντιφατικά: ρητή τιμωρία για την ανεπίτρεπτη υπογεννητικότητά τους και ταυτόχρονα βήμα για την κατάκτηση της πολυπόθητης ισότητας, η θητεία που τους ετοιμάζουν θα "προσιδιάζει" απολύτως και στη "φύση τους". Αποκρύπτεται έτσι το γεγονός ότι το ενδιαφέρον των υπευθύνων για τη γυναικεία στράτευση δεν απορρέει -προφανώς- από τις ισονομιστικές τους ανησυχίες, αλλά εντάσσεται στο πρόγραμμα ευρύτερων αμυντικών σχεδιασμών, οι οποίοι επηρεάζονται και από μοντέλα που δοκιμάζονται ήδη σε άλλες χώρες. Ούτως ή άλλως, η υιοθέτηση της στράτευσης των γυναικών σε πολλές πλέον χώρες, από την Κίνα ως το Μπρουνέι και από τη Λιβύη ως το Ισραήλ, συνιστά παρά τις όποιες εθνικές ιδιομορφίες μια πραγματικότητα που τροφοδοτεί με σύγχρονα δεδομένα την παλιά συζήτηση.
Ενδεικτικές από αυτή την άποψη είναι οι πρόσφατες εξελίξεις στο στρατό των Ηνωμένων Πολιτειών, στρατό που λειτουργεί ως ισχυρό πρότυπο για πολλές χώρες. Από την εποχή της εισβολής στη Γρενάδα το 1983 έως σήμερα, η συμμετοχή των γυναικών στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας υπήρξε στο επίκεντρο μιας έντονης διαμάχης που συνεχίζεται αμείωτη. Η συμμετοχή των γυναικών χρησιμοποιήθηκε κατά την περίοδο αυτή για να προσφέρει μια κάποια νομιμοποίηση των πολεμικών επιχειρήσεων της χώρας, επιδιορθώνοντας τη δημόσια εικόνα του αμερικανού στρατιώτη που είχε στραπατσαριστεί ανεπανόρθωτα στο Βιετνάμ: η παρουσία γυναικών στο στράτευμα εξασφάλιζε, υποτίθεται, την αποφυγή της σεξουαλικής βίας κατά των αντιπάλων, την αποχή των στρατιωτών από τα ναρκωτικά, την απεξάρτησή τους από τις πόρνες.
Μπορεί αυτά να σκέφτονταν οι ιθύνοντες, η εμπειρία ωστόσο θα αποδεικνυόταν αρκετά περίπλοκη. Παρά τους χαμηλούς τόνους που υιοθετήθηκαν από τα εθνικώς ευαίσθητα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, οι 170 γυναίκες που συμμετείχαν στην εισβολή του 1983 στη Γρενάδα και οι 800 που πήραν μέρος στην επέμβαση του 1989 στον Παναμά δεν έμειναν καθόλου ικανοποιημένες από τη μεταχείριση που τους επιφυλάχθηκε την κρίσιμη στιγμή: οι ανώτεροί τους αγνόησαν ακόμη και τις αξιωματικούς, επιδιώκοντας να δείξουν ότι σέβονται την παράδοση που απαγορεύει τη συμμετοχή των γυναικών στη μάχη. Η περίπτωση της λοχαγού Λίντα Μπρέι που ηγήθηκε μιας μικρής επίθεσης στον Παναμά προκέλεσε τέτοιο σάλο, ώστε ακόμη και ο Λευκός Οίκος αναγκάστηκε να δηλώσει ότι διαφωνεί με την εμπλοκή των γυναικών στις άμεσες αψιμαχίες. Η πίεση οδήγησε λίγο καιρό αργότερα στην παραίτηση της λοχαγού, η συζήτηση ωστόσο είχε ανάψει. Γυναικείες οργανώσεις και ομάδες υπεράσπισης των ατομικών δικαιωμάτων, συλλογικότητες δηλαδή που δεν είχαν υποστηρίξει τη στράτευση των γυναικών, έρχονταν τώρα να υπερασπίσουν το δικαίωμα των στρατευμένων γυναικών στην ίση μεταχείριση εντός στρατεύματος.
Η πρωτοφανής συμμετοχή γυναικών στον πόλεμο του Κόλπου θα ανανέωνε το ενδιαφέρον για το ζήτημα. Οι 33.000 Αμερικανίδες, αλλά και οι γυναίκες που έφτασαν στον Κόλπο από τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Βρετανία και το Κουβέιτ τροφοδότησαν αντιδράσεις που μόλις πρόσφατα άρχισαν να καταλαγιάζουν. Κι αυτό γιατί τα δύο τελευταία χρόνια άρχισε να βλέπει το φως της δημοσιότητας μια πολύ διαφορετική όψη του προβλήματος: η μεγάλη διάδοση της σεξουαλικής βίας που υφίστανται από τους εκπαιδευτές και τους συναδέλφους τους οι γυναίκες που επιλέγουν τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Από τη στιγμή που έσπασε το σιωπηλό "εμπάργκο" των εφημερίδων, υπήρξαν πάμπολλες οι αμερικανίδες εκπαιδευόμενες που έσπευσαν να καταγγείλουν το βιασμό τους. Το περίφημο σκάνδαλο Τέιλχουκ, η αποκάλυψη δηλαδή ότι πιλότοι του ναυτικού κακοποιούσαν σεξουαλικά συναδέλφισσές τους, ήταν απλώς η αρχή. Μέσα σε μικρό διάστημα έγινε γνωστό ότι στο κέντρο εκπαίδευσης διοικητικού προσωπικού στο Μέριλαντ τα περιστατικά άσκησης βίας κατά των γυναικών υπήρξαν πολλά. Ενας μάλιστα εκπαιδευτής είχε απειλήσει τρεις προπαιδευόμενες ότι θα τις σκότωνε αν τολμούσαν να πουν στους ανωτέρους του ότι τις είχε βιάσει. Εξίσου ανησυχητικές ήταν και οι πληροφορίες για βιασμούς γυναικών στην περίφημη Στρατιωτική Ακαδημία του Ουέστ Πόιντ.
Την ίδια ώρα, ολοκληρώνονται οι πρώτες έρευνες που ασχολούνται με τις σύγχρονες παραμέτρους του προβλήματος έχοντας φροντίσει να περιλάβουν και την εμπειρία των ίδιων των στρατευμένων γυναικών. Τα συμπεράσματά τους, αντιφατικά κι αυτά, αντανακλούν τη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων: οι γυναίκες γίνονται δεκτές στο στρατό όταν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος (δημογραφική πίεση, επιθυμία "εξανθρωπισμού" του πολέμου κ.ο.κ.). Και από τη στιγμή που θα διαβούν τις πύλες του στρατώνα έχουν να αντιμετωπίσουν τις ανυπόφορες πιέσεις ενός θεσμού βασισμένου ιστορικά στον πιο απροκάλυπτο μισογυνισμό.


Τι έκανες στον πόλεμο μαμά;

Για πρώτη φορά με τον πόλεμο του Κόλπου το κοινό των Ηνωμένων Πολιτειών εξοικειώνεται με την παρουσία των γυναικών στο στράτευμα. Ηδη από το 1973 οι γυναίκες συμμετέχουν και στα τρία όπλα του αμερικανικού στρατού, πήραν μάλιστα ενεργό μέρος στις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της Γρενάδα και του Παναμά. Ομως κατά την επιχείρηση "Ασπίδα της Ερήμου" ο αριθμός των γυναικών που συμμετείχαν στο εκστρατευτικό σώμα είναι μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά (33.000) και η παρουσία τους γίνεται ιδιαίτερα αισθητή.
Φυσικά, κανείς δεν πληροφορήθηκε λεπτομέρειες για τη δράση των Αμερικανίδων στον πόλεμο. Τα ρεπορτάζ υπόκεινταν ως γνωστόν σε αυστηρό έλεγχο. Η προβολή της γυναικείας παρουσίας γινόταν μόνο και μόνο για να επιβεβαιωθεί ο προοδευτικός και απελευθερωτικός χαρακτήρας της όλης επιχείρησης. Μ' άλλα λόγια, η συμμετοχή των γυναικών στον αμερικανικό στρατό χρησιμοποιήθηκε ως ένα επιπλέον επιχείρημα στην πολεμική προπαγάνδα των δυτικών.
Το ρόλο της εκλαϊκευσης αυτής της προπαγάνδας ανέλαβαν ως συνήθως τα ταμπλόιντ. Η βρετανική Daily Mail, σε ολοσέλιδο αφιέρωμά της στη "γυναικεία όψη της σύγκρουσης στον Κόλπο" (17.8.1990), αναλύει το "πολιτιστικό σοκ" που προκάλεσε η εμφάνιση των απελευθερωμένων αμερικανίδων στο "βασίλειο του τσαντόρ". Στο κείμενο αυτό, οι Αμερικανίδες παρουσιάζονται ως φορείς μιας συνειδητής σταυροφορίας, με στόχο την ανατροπή των συνθηκών ζωής των γυναικών στη Σαουδική Αραβία. Στο ίδιο φύλλο, η εφημερίδα παρουσιάζει και τη γυναίκα στο στρατό του εχθρού. Επιλέγεται η 36χρονη Μαριάμ Ρατζαβί, η οποία περιγράφεται ως "η νεότερη στρατηγός στο στρατό του Σαντάμ Χουσεϊν, που ισχυρίζεται ότι έχει σκοτώσει 30.000 εχθρούς και δεν κρατά αιχμαλώτους επειδή είναι πολυέξοδη η διατροφή τους". Η Ρατζαβί περιγράφεται ως το απόλυτο αντίθετο της "γυναικείας φύσης".
Η διαφορά αντιμετώπισης είναι κραυγαλέα. Οπως παρατηρεί η Julie Wheelwright στη μελέτη της The Media's Use of the Feminine in Gulf War "σ' αυτό το κείμενο ο μιλιταρισμός ταυτίζεται με την απελευθέρωση όταν αναφέρονται οι Αμερικανίδες, ενώ όταν μιλάει για τις Ιρακινές, υποστηρίζει ότι η αλλαγή των τσαντόρ με τα καλάσνικοφ ισοδυναμεί με ακύρωση του φύλου τους."
Το περίεργο είναι ότι ελάχιστα ρεπορτάζ της περιόδου εκείνης αναφέρονται σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης των γυναικών στρατιωτών, παρά το γεγονός ότι επί μια εικοσαετία ήταν το προσφιλές θέμα όλων των σχετικών συζητήσεων. Φυσικά περίσσεψαν οι περιγραφές των παρενεργειών της υποχρεωτικής σεξουαλικής αποχής, όμως οι συνέπειές της φαίνεται να αφορούσαν μόνο στους άνδρες στρατιώτες. Οι απλοί φαντάροι όφειλαν να περιοριστούν στο πορνογραφικό υλικό που τους προμήθευε η πατρίδα, ενώ οι αξιωματικοί είχαν την (θεωρητικά απαγορευμένη) επιλογή να ζητήσουν τη συντροφιά των γυναικών συναδέλφων τους. Σε μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που συνελήφθη ένα ζευγάρι βρετανών αξιωματικών γυμνό πάνω σε μια κουκέτα του πλοίου της Αυτής Μεγαλειότητος Brilliant, η υπόθεση κατέληξε στο στρατοδικείο. Η καριέρα της γυναίκας καταστράφηκε, ενώ ο άντρας επέστρεψε ως ήρως πολέμου στην πατρίδα του.
Εκεί που θυμήθηκαν για τα καλά την παρουσία των γυναικών στο συμμαχικό στρατό τα ταμπλόιντ ήταν όταν συνελήφθη από τους Ιρακινούς η εικοσάχρονη αμερικανίδα Μελίσα Ράθμπον Νέλι κατά τη μάχη του Χάφι (31.1.1991). Ηταν η πρώτη περίπτωση μάχιμης Αμερικανίδας που συλλαμβάνεται ως αιχμάλωτη πολέμου. "Μια γυναίκα αιχμάλωτη πολέμου είναι ο χειρότερος εφιάλτης", δήλωσε ένας αμερικάνος αξιωματούχος. Οι εφημερίδες γέμισαν με φρικιαστικές περιγραφές για όσα κινδύνευε να υποστεί η Ράθμπον Νέλι από τους εχθρούς. Ολοι λησμόνησαν την ιδιότητα του στρατιώτη και θυμήθηκαν τη γυναικεία της φύση. "Η ειρωνεία είναι ότι από στατιστική άποψη η Ράθμπον Νέλι κινδύνευε περισσότερο να υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από τους συναδέλφους της, παρά να πέσει θύμα επίθεσης Ιρακινών", παρατηρεί η Wheelwright. Πράγματι, σύμφωνα με μια μελέτη που παράγγειλε το Πεντάγωνο μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, οι περισσότερες γυναίκες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στην υπηρεσία τους. Το 64% του δείγματος απάντησε θετικά στο σχετικό ερώτημα, και το 5% ανέφερε ότι έχει υποστεί βιασμό. Ομως από τις 13 περιπτώσεις βιασμού που καταγγέλθηκαν στο κέντρο εκπαίδευσης του Ορλάντο στη Φλόριντα μόνο μία κατέληξε στο στρατοδικείο.
Η έκταση του φαινομένου δεν πήρε δημοσιότητα παρά μόνο το καλοκαίρι του 1992, κατά τις ακροάσεις της επιτροπής βετεράνων της αμερικανικής γερουσίας. Η καταγγελία της Τζακλίν Οριτς για το δημόσιο βίαιο σοδομισμό της από το λοχία της, η κατάθεση της Μπάρμπαρα Φράνκο για το βιασμό της από τρεις στρατιώτες με την απειλή μαχαιριού, και η αποκάλυψη ότι όλες οι αντίστοιχες διαμαρτυρίες δεν λαμβάνονταν υπόψη από τους ανώτερους αξιωματικούς κατά τη διάρκεια του πολέμου στον Κόλπο, υποχρέωσαν τον γερουσιαστή Ντένις Ντεκοντσίνι να ξεσπάσει: "Οι Αμερικανίδες που υπηρετούσαν στον Κόλπο κινδύνευαν να υποστούν σεξουαλική επίθεση περισσότερο από τα δικά μας στρατεύματα παρά από τον εχθρό."
Οσο για τη Ράθμπον Νέλι, τελικά οι φρικιαστικές υποθετικές περιγραφές του δυτικού Τύπου της πρόσφεραν μια αναπάντεχη προστασία. Μετά την απελευθέρωσή της έγινε γνωστό ότι η συμπεριφορά των Ιρακινών υπήρξε άψογη, με την εξαίρεση ενός στρατιώτη που τη χτύπησε την πρώτη μέρα της σύλληψής της. Ο πατέρας της δήλωσε, μάλιστα, ότι οι Ιρακινοί την αντιμετώπισαν ως κάτι μεταξύ σταρ και ήρωα, μεταξύ Μπρουκ Σιλντς και Σιλβέστερ Σταλόνε. Αυτό δεν εμπόδισε τον εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου να αναφερθεί μετά τη λήξη του πολέμου στην Ράθμπον Νέλι υποστηρίζοντας ότι υπήρξε θύμα σεξουαλικής επίθεσης από τους Ιρακινούς.



Φεμινισμός αλά Καντάφι

Την ώρα που πολλοί Αμερικανοί, γυναίκες και άνδρες, εκφράζουν έντονη αμφιθυμία στο ζήτημα της στράτευσης των γυναικών, μια άλλη κοινωνία, εκείνη που η επίσημη αμερικανική πολιτική θεωρεί τον απόλυτο εχθρό της, μοιάζει πλέον εξοικειωμένη με τις ένοπλες γυναίκες της. Ο λόγος για τη Λιβύη, αν τουλάχιστον πιστέψουμε την ολλανδικής καταγωγής Maria Graeff-Wassink, κοινωνιολόγο ειδικευμένη σε θέματα Μέσης Ανατολής που πέρασε αρκετά χρόνια ερευνώντας τις επιπτώσεις της κανταφικής πολιτικής στις γυναίκες. Τα συμπεράσματα της επιτόπιας αυτής μελέτης αποτέλεσαν τον κορμό του βιβλίου της που εκδόθηκε στα γαλλικά το 1990 ("Les femmes en armes. Kadhafi feministe?", εκδόσεις Armand Colin). Οπως φαίνεται, η κονωνία της Λιβύης δυσκολεύτηκε εξαιρετικά να αποδεχθεί την υποχρεωτική στράτευση των γυναικών, αλλά στη συνέχεια άρχισε σταδιακά να τη συνηθίζει.
Απόδειξη της σθεναρής αντίθεσης που συνάντησε αρχικά η ιδέα του συνταγματάρχη Καντάφι να στρατεύσει τις γυναίκες της χώρας ήταν ότι ο σχετικός νόμος "ψηνόταν" από το 1969 έως το 1977. Κατά την Graeff-Wissink, το πειστικότερο επιχείρημα του εισηγητή του νόμου Καντάφι υπήρξε ότι, καθώς το Ισραήλ χρησιμοποιεί ήδη τις δικές του γυναίκες, οι Λίβυες οφείλουν να υπακούσουν κι αυτές στην έκκληση της πατρίδας. Η λοιπή επιχειρηματολογία, αντλημένη από τη θρησκεία (η σύζυγος του προφήτη οδηγούσε στρατό) ή την ιστορία (οι γυναίκες της χώρας έχουν επανειλημμένα προσφέρει τις υπηρεσίες τους στον πόλεμο) είχε μικρότερη απήχηση στον πληθυσμό, κυρίως τον ανδρικό. Μη θέλοντας να προκαλέσει τα πνεύματα, ο νόμος που ψηφίστηκε τελικά στρατεύει μόνο τα ανύπανδρα κορίτσια εφηβικής ακόμη ηλικίας.
Δύο χρόνια αργότερα, το καθεστώς προχωρούσε στην ίδρυση της Γυναικείας Στρατιωτικής Ακαδημίας, θεσμό στον οποίο απέδιδε ιδιαίτερη σημασία. Οχι τόσο ως μηχανισμό παραγωγής αξιωματικών γυναικείου φύλου, όσο ως συμβολικό ιερό της νέας, "απελευθερωμένης", Λίβυας γυναίκας, η οποία με τη σειρά της οφείλει να αποτελεί έκφραση και σύμβολο της ίδιας της επανάστασης. Στα εγκαίνια της Ακαδημίας, ο Καντάφι επαναλάμβανε την πάγια θέση του για τη σύνδεση της στράτευσης των γυναικών με τη βελτίωση της κοινωνικής τους εικόνας: "Οι γυναίκες δεν πρόκειται να απελευθερωθούν ή να γίνουν αντικείμενο σεβασμού και να ασκήσουν τα δικαιώματά τους αν δεν μάθουν να είναι δυνατές και να χειρίζονται όλα τα όπλα: τα όπλα του πολέμου όπως και τα όπλα της επιστήμης, της γνώσης, της κουλτούρας και της επανάστασης".
Στους αντίποδες της εμπειρίας των δυτικών κοινωνιών, η στράτευση των γυναικών στη Λιβύη διαθέτει κάποια χαρακτηριστικά που συναντήσαμε σε ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ: αποφασίστηκε για να εξυπηρετήσει διαφορετικούς σκοπούς από εκείνους που επικαλέστηκε η επίσημη προπαγάνδισή της.


(Ελευθεροτυπία, 5/10/1997)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου